Η κατάψυξη ή κρυοσυντήρηση ωαρίων είναι μια μέθοδος διατήρησης της γονιμότητας, είτε για λόγους υγείας της μέλλουσας μητέρας, είτε στην περίπτωση γυναικών που επιθυμούν για προσωπικούς λόγους να διατηρήσουν τη γονιμότητά τους για το μέλλον.
Όταν η μέθοδος εφαρμοστεί σε ηλικία κάτω των 35 ετών έχει πολύ θετικά αποτελέσματα, καθώς όσο αυξάνεται η ηλικία της γυναίκας, τόσο μειώνεται η γονιμότητα. Τα ωάρια που αφαιρούνται αποθηκεύονται σε θερμοκρασία -196°C ώστε να μην υποστούν αλλοιώσεις. Έτσι, έχει δοθεί η δυνατότητα σε γυναίκες να τεκνοποιήσουν ακόμη και στην αρχή της δεκαετίας των 50!
Αρχικά η μέθοδος αναπτύχθηκε για να διατηρήσουν την γονιμότητά τους γυναίκες που έπασχαν από καρκίνο, πριν αρχίσουν τις ακτινοθεραπείες ή χημειοθεραπείες, καθώς αυτές προκαλούν υπογονιμότητα έως και στειρότητα. Στην σύγχρονη πραγματικότητα όμως, μια γυναίκα μπορεί να πάρει την απόφαση να καθυστερήσει την μητρότητα για πολλούς ακόμη λόγους: να ολοκληρώσει την εκπαίδευσή της, για λόγους καριέρας, γιατί δεν νοιώθει ψυχικά έτοιμη ή απλώς γιατί δεν έχει βρει ακόμη τον κατάλληλο σύντροφο. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η κατάψυξη ωραρίων είναι μια ανακουφιστική λύση. Μια άλλη εξίσου χρήσιμη εφαρμογή της είναι σε περιπτώσεις ιστορικού πρόωρης εμμηνόπαυσης.
Εφόσον μια γυναίκα αποφασίσει να προχωρήσει στην μέθοδο της κατάψυξης ωαρίων, καλό είναι να γνωρίζει ότι όσο περισσότερα, τόσο το καλύτερο. Για να μπορέσει να δώσει πολλά όμως πρέπει η ίδια να υποβληθεί σε διαδικασία διέγερσης ωοθηκών, παρακολούθησης κι ωοληψίας, όπως στην περίπτωση της Εξωσωματικής Γονιμοποίησης. Η εμφανής διαφορά είναι ότι μετά το πέρας της διαδικασίας, τα ωάρια δεν εμφυτεύονται άμεσα στη μήτρα της, αλλά καταψύχονται σε δοχεία με υγρό άζωτο. Η διάρκεια της κατάψυξης μπορεί να διαρκέσει έως και 10 χρόνια. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε μια γυναίκα έως 35 ετών, 70% των ωαρίων επιβιώνουν μετά την κατάψυξη, και το ποσοστό επιτυχούς γονιμοποίησης αυτών είναι μεταξύ 75% – 80%. Αυτό σημαίνει ότι για τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα πρέπει να ξεκινήσει η διαδικασία με τουλάχιστον 10 ωάρια.
Όσον αφορά την ασφάλεια μητέρας και βρέφους τώρα, τα αποτελέσματα είναι πολύ ενθαρρυντικά. Έχουν γεννηθεί περίπου 3000 βρέφη με αυτήν την μέθοδο. Μέχρι στιγμής δεν έχουν εμφανίσει αυξημένο ποσοστό γενετικών ανωμαλιών σε σύγκριση με το γενικό πληθυσμό. Πρέπει βέβαια να σημειωθεί ότι προέρχονταν κυρίως από γυναίκες αρκετά νεαρής ηλικίας, και να τονιστεί ότι χρειάζεται να περάσουν πολλά χρόνια ακόμη για να διαπιστωθεί ότι δεν θα εμφανίσουν περισσότερα προβλήματα υγείας σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό στο μέλλον.