Γυναικολογία, Υπογονιμότητα

ΑΜΗ: Μία ορμόνη «καθρέφτης» του αριθμού των ωαρίων κάθε γυναίκας

Οι γυναίκες γεννιούνται με περίπου 1 εκατομμύριο πιθανό αριθμό ωαρίων, με τη μορφή ωοθυλακίων, αλλά σε αντίθεση με τα κύτταρα του δέρματος ή τα κύτταρα του αίματος που αναγεννούνται, το σώμα δεν παράγει περισσότερα ωάρια.

 

Έτσι, το αποθεματικό των ωοθηκών είναι σαν μια «τράπεζα» από την οποία η γυναίκα κάνει ανάληψη κάθε μήνα που περνάει, αλλά όχι κατάθεση.

Μέχρι την εφηβεία, ο αριθμός ωαρίων μιας γυναίκας είναι σχεδόν ο ίδιος με τη στιγμή της γέννησής της. Στην ηλικία των 25 ετών, τα ωάρια έχουν μειωθεί στις 300.000 από την τράπεζα του 1 εκατομμυρίου. Δέκα χρόνια μετά, περίπου στα 35, η μείωση γίνεται λίγο πιο απότομη μέχρι να εξαντληθούν όλα τα ωάρια και τότε ξεκινά η εμμηνόπαυση.

«Πολλές γυναίκες πιστεύουν ότι χάνουν μόνο ένα ωάριο τον μήνα στην περίοδό τους, αλλά δεν είναι έτσι», σημειώνει ο Δρ Ιωάννης Π. Βασιλόπουλος, μαιευτήρας – ιατρός αναπαραγωγής και Διευθύνων Σύμβουλος του ΔΣ της Institute of Life.

«Στη νεαρή ηλικία, οι ωοθήκες είναι γεμάτες ωοθυλάκια, που περιμένουν να ωριμάσουν. Σε κάθε εμμηνορροϊκό κύκλο, κάποια από αυτά τα ωοθυλάκια προετοιμάζονται για την ωορρηξία, αλλά τελικά μόνο ένα ωάριο ωριμάζει και απελευθερώνεται από την ωοθήκη. Τα ωοθυλάκια που δεν ωριμάζουν, απορροφώνται από το σώμα και χάνονται.

Υπολογίζεται ότι, αν και μια γυναίκα μπορεί να έχει φυσική ωορρηξία περίπου 400 φορές στη ζωή της, χάνει πάνω από 1.000 ωοθυλάκια – πιθανά ωάρια – κάθε μήνα, με τον αριθμό να αυξάνεται όσο αυξάνεται η ηλικία».

 

Μετρώντας τα ωάρια

Το ωοθυλάκιο, είναι σαν ένα σακουλάκι με υγρό και κύτταρα που συντελούν στην ωρίμανση των ωαρίων και παράγουν ορμόνες. Η αντιμυλλέριος ορμόνη (ΑΜΗ) είναι μία από αυτές τις ορμόνες και με μία απλή εξέταση αίματος προσδιορίζονται τα επίπεδα της ΑΜΗ στο αίμα της γυναίκας. Ανάλογα λοιπόν, με τις τιμές της ΑΜΗ, ο γιατρός μπορεί να εκτιμήσει τον αριθμό των ωοθυλακίων στις ωοθήκες. Όσο περισσότερα ωοθυλάκια έχει μια γυναίκα, τόσο περισσότερα ωάρια μπορεί να απελευθερώσει και τόσο περισσότερες οι πιθανότητες εγκυμοσύνης.

Η εξέταση για την AMH, σε συνδυασμό με τις άλλες διαγνωστικές εξετάσεις ελέγχου της αναπαραγωγικής υγείας της γυναίκας, είναι ο καθρέφτης της γονιμότητας.

Αν και η εξέταση AMH δεν προσφέρει από μόνη της 100% πρόγνωση μιας εγκυμοσύνης, είναι αποκαλυπτική για τον αριθμό των ωαρίων, βοηθώντας τους γιατρούς να έχουν μία σφαιρική εικόνα των δεικτών γονιμότητας.

«Η αξιολόγηση της ωοθηκικής εφεδρείας καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τα επόμενα βήματα μιας γυναίκας που θέλει να αποκτήσει παιδί, είτε με φυσική σύλληψη, είτε με την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή. Ο γιατρός γνωρίζει ποια θεραπεία μπορεί να συστήσει, πως και πότε να χρησιμοποιήσει αυτή τη θεραπεία», λέει ο κ. Ι. Βασιλόπουλος, προσθέτοντας:

«Υψηλές τιμές AMH δεν είναι απαραίτητα ο στόχος. Υπάρχει ένα φυσιολογικό εύρος, αλλά όταν τα επίπεδα είναι πολύ ανεβασμένα, μπορεί να υπάρχει μία ορμονική διαταραχή, όπως το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών ή αν είναι πολύ χαμηλά μπορεί να σημαίνει ότι μια γυναίκα μπαίνει στη φάση της εμμηνόπαυσης».

Η εξέταση αίματος AMH χρησιμοποιείται τα τελευταία 15 χρόνια, σε συνδυασμό με το διακολπικό υπερηχογράφημα για την καταγραφή των ορατών ωοθυλακίων, το οποίο γίνεται συνήθως στην αρχή του εμμηνορροϊκού κύκλου μιας γυναίκας. Αντίθετα, η εξέταση AMH μπορεί να πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε μέρα κατά τη διάρκεια του εμμηνορροϊκού κύκλου, γιατί σε αντίθεση με άλλες αναπαραγωγικές ορμόνες, η αντιμυλλέριος ορμόνη δεν παρουσιάζει μεγάλες διακυμάνσεις, κατά τη διάρκεια του μήνα.

Έτσι, ο γιατρός έχει μία σαφή εικόνα όχι μόνο για τον συνολικό αριθμό ωαρίων, αλλά και για το πόσα ωάρια μια γυναίκα μπορεί να έχει ή να καταψύξει κατά τη διάρκεια ενός κύκλου.

Μια εξέταση AMH μπορεί επίσης να αποκαλύψει πόσο καλά ανταποκρίνεται μία γυναίκα στη θεραπεία γονιμότητας και τα φάρμακα διέγερσης των ωοθηκών, στο πλαίσιο της προετοιμασίας για εξωσωματική γονιμοποίηση.

«Αν και η εξέταση ΑΜΗ εκτιμά τον αριθμό των ωαρίων, δεν δείχνει την ποιότητα των ωαρίων, οπότε δεν προβλέπει την γονιμότητα μιας γυναίκας, με ή χωρίς θεραπεία ή πότε θα μπει στην εμμηνόπαυση.

Ακόμα και αν τα επίπεδα ΑΜΗ είναι εντός των φυσιολογικών ορίων, άλλοι παράγοντες μπορεί να επηρεάσουν την ικανότητα φυσικής σύλληψης, όπως ιατρικές παθήσεις, δυσλειτουργία σπέρματος, ανατομικές βλάβες και άλλα προβλήματα που εμποδίζουν την απόκτηση παιδιού», καταλήγει ο κ. Βασιλόπουλος.


Info: Ο Ιωάννης Π. Βασιλόπουλος είναι Mαιευτήρας – Xειρουργός – Γυναικολόγος, με εξειδίκευση στη Γυναικολογική Ενδοκρινολογία και την Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή . Είναι Μέλος της Ιατρικής Ομάδας δημιουργίας της Μονάδας Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής Institute Of Life- IASO .